Με αφορμή την έκδοση, για πρώτη φορά στην Ελλάδα από το ελληνικό παράρτημα του Ιδρύματος Heinrich Boell , μιας ολοκληρωμένης εργασίας για την ενεργειακή φτώχεια και τις πολιτικές αντιμετώπισης της (μπορείτε να κατεβάσετε όλο το κείμενο ΕΔΏ) , θα ήθελα να μοιραστώ κάποιες σκέψεις, προσπαθώντας να συμβάλλω στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος. Βασικό προτέρημα της δημοσιευμένης εργασίας είναι η πλήρης και αναλυτική καταγραφή του τι σημαίνει σήμερα ενεργειακή φτώχεια σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, η σωστή παρατήρηση ότι απαιτείται επαναπροσδιορισμός της έννοιας του όρου ώστε να καταδεικνύει το πραγματικό πρόβλημα και να οδηγεί έτσι στις σωστές λύσεις, η ανάδειξη καλών πρακτικών (πλην Ελλάδας) και τα εμπόδια που μπαίνουν για την ανάπτυξη σωστών και αποτελεσματικών πολιτικών. Αντίθετα η εργασία υστερεί στο τμήμα της που αναφέρεται σε προτάσεις αντιμετώπισης της ενεργειακής φτώχειας σε εθνικό επίπεδο. Χρησιμοποιώντας σαν άλλοθι την ελληνική οικονομική κρίση και ενώ σωστά απαξιώνει τις επιδοματικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα ως αδιέξοδες, περιορίζει τις προτάσεις κύρια σε κοινωνικές δράσεις ενημερωτικού ή εκπαιδευτικού χαρακτήρα, προτείνει τη λογική του μοντέλου ESCO για την αντιμετώπιση της εξοικονόμησης ενέργειας χωρίς να εντοπίζει τα σημαντικά εμπόδια (κύρια στο χρηματοδοτικό βραχίωνα) που το καθιστούν σχεδόν ανέφικτο στα χαμηλά εισοδήματα (και εκεί θυμάται πάλι λανθασμένα την επιδότηση), ενώ τέλος προτείνει την περαιτέρω αξιοποίηση των ΑΠΕ κύρια στο εθνικό μείγμα παραγωγής ενέργειας χωρίς να εντοπίζει ότι το πρόβλημα δεν λύνεται απλά με τη λογική του switch fuels, αλλά με το που και πως παράγεται, διανέμεται και κυρίως αποθηκεύεται η ενέργεια από ΑΠΕ. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Και πρώτα στο θέμα της αλλαγής πολιτικών και να θυμίσω εδώ ότι μπορεί το θέμα μας να είναι η ενέργεια και η αδυναμία πρόσβασης σε αυτήν, αλλά οι πολιτικές αυτές (πρέπει να) είναι κατά προτεραιότητα περιβαλλοντικά ριζοσπαστικές και βιώσιμες. Η παγκόσμια και ευρωπαϊκή εμπειρία έχει αποδείξει ότι κρίσιμα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως π.χ. αυτό της διαχείρισης στερεών αποβλήτων και της ανακύκλωσης, δεν λύνονται με κοινωνικές δράσεις μόνο, αλλά απαιτούν πολιτικές ουσιαστικών κινήτρων για αυτόν που δρα σωστά και φορολογίας για αυτόν που ρυπαίνει. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα, και όχι μόνο τώρα στην κρίση, αδυνατούμε ακόμη να λύσουμε σωστά το πρόβλημα των σκουπιδιών και να αποκτήσουμε επιτέλους έστω και με 20 χρόνια καθυστέρηση κουλτούρα ανακύκλωσης που σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη είναι αυτονόητο, όσο κι αν έχουμε κάνει σχέδια, ξανά σχέδια, κοινωνικές δράσεις και “πράσινες” πολιτικές. Απλά γιατί καμιά (κεντρική ή τοπική) εξουσία δεν αντέδρασε στα συμφέροντα και δεν ανέλαβε ποτέ την ευθύνη της πολιτικής απόφασης, όσο κι αν συλλογικότητες προσπαθούν σε τοπικό επίπεδο, να μην εστιάζει στην επίλυση του προβλήματος κεντρικά αλλά στην πηγή, δηλαδή μέσα στο σπίτι. Προβλήματα σαν αυτά της διαχείρισης απορριμάτων και της ενέργειας απαιτούν τεράστιους πόρους που οι τοπικές κοινωνίες (σε έναν κεντρικό σχεδιασμό) δεν μπορούν (ή δεν θέλουν) να βρουν και να διαχειριστούν, ενώ από την άλλη τα συμφέροντα που κρύβονται πίσω από τέτοιους οικονομικούς τομείς είναι τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα σήμερα στον πλανήτη. Επομένως πριν προσπαθήσουμε να διαμορφώσουμε επιμέρους κοινωνικές πολιτικές αντιμετώπισης του προβλήματος της ενεργειακής φτώχειας, θα πρέπει να αποφασίσουμε την βασική στρατηγική που θα δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις επίλυσης του προβλήματος. Και για να καταλήξουμε σε αυτή τη στρατηγική θα πρέπει να εντοπίσουμε τις κύριες αιτίες που εκτρέφουν σήμερα το πρόβλημα στο σύγχρονο κόσμο. Αυτές κατά την άποψη μου είναι δύο και μόνο: 1. η ακριβή και βρώμικη ενέργεια και 2. το πολύ ευάλωτο ενεργειακά κτίριο. Ως προς το πρώτο τα πράγματα είναι σαφή : η ενέργεια σήμερα εξακολουθεί να παράγεται σε μεγάλο βαθμό από βρώμικα (ορυκτά ή μη) καύσιμα και το σημαντικότερο , διανέμεται κεντρικά από μονοπωλιακά δίκτυα που έχουν εξ ορισμού τεράστιο κόστος και τεράστιες απώλειες. Κατά μέσο όρο πρέπει να παράγουμε 2,5kWh ενέργειας στην πηγή για να καταναλώσουμε 1kWh στο σπίτι μας. Δυστυχώς αυτός ο σχεδιασμός επεκτείνεται σήμερα και στην παραγωγή και διανομή ενέργειας από ΑΠΕ, με αποτέλεσμα αυτό να επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την τιμή της ενέργειας στον καταναλωτή (βλέπε τις χρεώσεις ΕΤΜΕΑΡ και ΥΚΩ στα τιμολόγια ρεύματος). Τέτοιες λογικές δυστυχώς βλέπουμε σε μεγάλο βαθμό και στη χώρα μας, λογικές που οδηγούν σε εγκληματικές αποφάσεις της κεντρικής εξουσίας για νέες λιγνιτικές μονάδες και για μεγάλες επενδύσεις στην αξιοποίηση ακριβών υδρογονανθράκων. Λογικές που επιτείνουν το πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας ακόμη και σε εύρωστες οικονομικά χώρες όπως η Γερμανία. Ως προς το δεύτερο τα πράγματα είναι εξίσου σαφή: το κτιριακό απόθεμα παγκοσμίως είναι ενεργειακά διάτρητο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ευθύνεται για το 40% της κατανάλωσης και το 35% της παραγωγής ρύπων. Και αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται διαφορετικά παρά μόνο με την δραστική θωράκιση του κτιρίου απέναντι σε απώλειες. Και θωράκιση του κτιρίου απέναντι σε απώλειες δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την θεσμοθέτηση του βέλτιστου στόχου με βάση την επιστήμη της φυσικής του κτιρίου. Αν δεν λυθούν αποτελεσματικά αυτά τα δύο θέματα-κλειδιά, όσες κοινωνικές πολιτικές κι αν εφαρμόσουμε δεν θα λύσουμε ποτέ ούτε το πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας, αλλά ακόμη πιο σημαντικό, δεν θα φρενάρουμε την καταστροφή του πλανήτη. Και δεν έχει νόημα να μιλάμε για ενεργειακή φτώχεια σε ένα περιβάλλον που πεθαίνει με ολοένα και ταχύτερους ρυθμούς. Αντίθετα αν αντιμετωπίσουμε αυτές τις δυο αιτίες γέννησης του προβλήματος αποτελεσματικά, τότε θα έχει νόημα να εφαρμόσουμε κοινωνικές πολιτικές ενημέρωσης, κατάρτισης, εκπαίδευσης, πιστοποίησης, όπως αυτές που αναφέρονται στην εν λόγω μελέτη. Τότε αυτές θα γίνουν αποτελεσματικές γιατί ο χρήστης θα έχει στα χέρια του να επιλέξει και την πηγή και την ποσότητα ενέργειας, πράγματα που σήμερα του στερούνται σκοπίμως. Εύλογο το …λενινιστικό ερώτημα : Τι να κάνουμε? Θεωρώ πως σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει δοθεί η οριστική στρατηγική απάντηση σε αυτό και είναι ο ορισμός του Κτιρίου Σχεδόν Μηδενικής Κατανάλωσης Ενέργειας (οδηγία 31/2010). Αυτός αναφέρει : “Το βέλτιστο ενεργειακά κτίριο είναι αυτό που ελαχιστοποιεί τις ενεργειακές του ανάγκες και τις καλύπτει με παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εντός ή πλησίον του κτιρίου και αυτό στην βελτιστη σχέση κόστους οφέλους“. Άρα με απλά λόγια :
το κτίριο πρέπει να έχει τις ελάχιστες δυνατές ενεργειακές ανάγκες στην βέλτιστη σχέση κόστους οφέλους
η ενέργεια που θα χρειάζεται ένα κτίριο πρέπει να είναι καθαρή, επομένως ανανεώσιμη, και να παράγεται αν όχι σε αυτό, πάντως πολύ κοντά του.
πρέπει να αναπτύξουμε τις τεχνολογίες προσωρινής και εποχιακής αποθήκευσης ενέργειας από ΑΠΕ ώστε να εξαλείψουμε την εξάρτηση από τα ακριβά δίκτυα διανομής.
Σε αυτούς τους τρεις στρατηγικούς άξονες που θα πρέπει να συμφωνήσουμε, πρέπει κατά τη γνώμη μου να στηριχθούν όλες οι προτάσεις αλλαγής πολιτικών. Τότε και μόνο τότε οι προτάσεις που αναφέρονται στην μελέτη θα είναι σωστές και αποτελεσματικές. Και τέτοιες (οι πιο σημαντικές) επιβάλλεται να είναι :
η στρατηγική επιλογή της χώρας να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα και να επενδύσει στις ΑΠΕ σε καθαρά τοπικό επίπεδο κτιρίου ή γειτονιάς.
τα κίνητρα για την ενεργειακή θωράκιση των κτιρίων στο μέγιστο βαθμό και τα αντικίνητρα σε όποιον ρυπαίνει.
η εισαγωγή ως βασικού άξονα εκπαίδευσης στα πανεπιστήμια και πολυτεχνεία της ενεργειακής απόδοσης κτιρίων σε όλες τις ειδικότητες που αφορούν στο κτίριο.
η θεσμική ενίσχυση της τοπικής αυτοδιοίκησης με ουσιαστικές αρμοδιότητες και πραγματικούς πόρους (όπως τη μεταφορά του ΕΝΦΙΑ) ώστε να μπορεί να διαμορφώνει ενεργειακές στρατηγικές εξοικονόμησης και αυτοπαραγωγής σε τοπικό επίπεδο.
η ενίσχυση της τοπικής παραγωγής υλικών και εξοπλισμών τόσο για την θωράκιση των κτιρίων όσο και για την μέτρηση, αυτοπαραγωγή και αποθήκευση, ώστε να αναθερμανθεί η εθνική οικονομία, να τονωθεί η τοπική επιχειρηματικότητα και να γίνουν αυτά προσιτά σε όλους.
η θεσμική ενίσχυση του ρόλου των μηχανικών όλων των ειδικοτήτων και των λοιπών επιστημόνων που εμπλέκονται στον τομέα της ενέργειας και των κτιρίων ώστε να παίζουν το ρόλο που τους αναλογεί στις στρατηγικές και τακτικές αποφάσεις σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Και μένει το τελευταίο και κρίσιμο ερώτημα να απαντηθεί : που θα βρεθούν τα λεφτά? Εδώ θα δανειστώ μια γνωστή σε όλους φράση, που έχει λοιδορηθεί όσο λίγες τα τελευταία χρόνια, αλλά που στην προκειμένη περίπτωση ισχύει στην κυριολεξία : Λεφτά υπάρχουν! Η εξοικονόμηση ενέργειας και η παραγωγή από ΑΠΕ έχουν ένα στρατηγικό πλεονέκτημα που καμιά άλλη επένδυση παγκόσμια δεν έχει σήμερα. Αυτοχρηματοδοτούνται. Ή για να το πούμε πιο σωστά, δίνουν τη δυνατότητα για μόχλευση τεράστιων κεφαλαίων από την παραγωγή, διανομή και κατανάλωση προς την κοινωνική ευημερία, την καλύτερη ποιότητα ζωής και την προστασία του περιβάλλοντος μέσω της μείωσης της απαιτούμενης ενέργειας. Κεφαλαίων που όχι απλά θα φτάσουν για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας, αλλά θα αλλάξουν το αναπτυξιακό μοντέλο όλης της ανθρωπότητας προς την αειφορία, αν κινηθούν στη σωστή κατεύθυνση. Πόσο εφικτό είναι αυτό? Θα αφήσει η – παλιά πια – Νέα Τάξη πραγμάτων να συμβεί σύντομα κάτι τέτοιο? Δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος να απαντήσω και δεν έχει και αξία η ατομική μου άποψη. Ξέρω όμως πως είναι μονόδρομος, αν επιθυμούμε η ανθρώπινη ιστορία να συνεχιστεί για αρκετές χιλιετίες ακόμη στον μοναδικά πανέμορφο μας πλανήτη. Και επίσης ξέρω πως ο χρόνος τελειώνει και δεν έχουμε πια την πολυτέλεια ούτε να κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί , ούτε να το δίνουμε να το μηρυκάζει η … κατσίκα του γείτονα. Και ξέρω τέλος πως οι μεγάλες αλλαγές στην ιστορία της ανθρωπότητας έγιναν γιατί οι κοινωνίες το απαίτησαν συγκροτημένα και όχι γιατί κάποιος ξύπνησε ένα πρωί και έχοντας την εξουσία πήρε μια απόφαση. Η ενεργειακή φτώχεια θα αντιμετωπισθεί μόνο με σεβασμό στον άνθρωπο και το περιβάλλον στην πράξη.
Για να παρέχουμε την καλύτερη εμπειρία, χρησιμοποιούμε τεχνολογίες όπως cookies για την αποθήκευση ή/και την πρόσβαση σε πληροφορίες συσκευών. Η συγκατάθεση για τις εν λόγω τεχνολογίες θα μας επιτρέψει να επεξεργαστούμε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως συμπεριφορά περιήγησης ή μοναδικά αναγνωριστικά σε αυτόν τον ιστότοπο. Η μη συγκατάθεση ή η ανάκληση της συγκατάθεσης, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά ορισμένες λειτουργίες και δυνατότητες.
Λειτουργικά Πάντα ενεργό
Η τεχνική αποθήκευση ή πρόσβαση είναι απολύτως απαραίτητη για τον νόμιμο σκοπό της δυνατότητας χρήσης συγκεκριμένης υπηρεσίας που ζητείται ρητά από τον συνδρομητή ή τον χρήστη ή με αποκλειστικό σκοπό τη μετάδοση επικοινωνίας μέσω δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
Προτιμήσεις
Η τεχνική αποθήκευση ή πρόσβαση είναι απαραίτητη για τον νόμιμο σκοπό της αποθήκευσης προτιμήσεων που δεν ζητούνται από τον συνδρομητή ή τον χρήστη.
Στατιστικά
Η τεχνική αποθήκευση ή πρόσβαση που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για στατιστικούς σκοπούς.Η τεχνική αποθήκευση ή πρόσβαση που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για ανώνυμους στατιστικούς σκοπούς. Χωρίς κλήτευση, η εθελοντική συμμόρφωση εκ μέρους του Παρόχου Υπηρεσιών Διαδικτύου ή πρόσθετες καταγραφές από τρίτο μέρος, οι πληροφορίες που αποθηκεύονται ή ανακτώνται για το σκοπό αυτό από μόνες τους δεν μπορούν συνήθως να χρησιμοποιηθούν για την αναγνώρισή σας.
Εμπορικής Προώθησης
Η τεχνική αποθήκευση ή πρόσβαση απαιτείται για τη δημιουργία προφίλ χρηστών, για την αποστολή διαφημίσεων ή για την καταγραφή του χρήστη σε έναν ιστότοπο ή σε διάφορους ιστότοπους για παρόμοιους σκοπούς εμπορικής προώθησης.